Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΤΟΠΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 

Του Γεωργίου Α. Δαουτοπούλου, Καθηγητή Γεωπονίας, Α. Π.Θ.

Το Πρόβλημα
      Ο αγροτικός κόσμος στη χώρα μας βιώνει μια κρίση η οποία όπως φαίνεται θα συνε­χιστεί για κάποιο διάστημα και θα είναι ιδιαίτερα επώδυνη για τη χώρα μας που στερείται μηχανισμών προστασίας των οικονομικά αδυνάτων. Οι Έλληνες παραγω­γοί, μικροί σε οικονομική δύναμη, πολυάριθμοι και ασυντόνιστοι, δεν είναι σε θέση να διαμορφώσουν τις τιμές των αγροτικών προϊόντων. Δεν είναι διαμορφωτές αλλά αποδέκτες τιμών που καθορίζει το εμπόριο των αγροτικών προϊόντων που βρίσκεται στα χέρια ενός μικρού αριθμού επιχειρή­σεων που προσυνεννοούνται και διαμορ­φώνουν τις τιμές σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Έτσι, οι τιμές που καταβάλλουν οι καταναλωτές, είναι συχνά 4-6 φορές μεγαλύτερες από τις τιμές που εισπράττουν οι παραγωγοί.
      Την αδυναμία αυτή θα μπορούσαν να θεραπεύσουν οι αγροτικοί συνε­ται­ρι­σμοί. Η κατάσταση όμως στην οποία βρίσκεται η συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν παρέχει τα εχέγγυα της επίλυσης του προβλήματος. Υπολογίζεται ότι τα 2/3 των πρωτοβάθμιων συνε­ταιρισμών στη χώρα μας δεν ασκούν καμιά δραστηριότητα. Είναι συνεταιρισμοί σφραγίδες που συμμετέχουν στις εκλογές των δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων οργανώσεων και συνεπώς αυτοί που δεν ασκούν καμιά δραστηριότητα ουσιαστικά εκλέγουν την αγροτική ηγεσία!. Μια ακόμη παγκόσμια πρωτοτυπία.
Συνεπώς το πρώτο μας πρόβλημα είναι διαρθρωτικό που μπορούμε όμως από μειονέ­κτημα να το μετατρέψουμε σε πλεονέκτημα.
      Ένα δεύτερο πρόβλημα που επιδεινώνει την αγροτική κρίση είναι ότι οι αγρο­τι­κές περιοχές στην πλειοψηφία τους πουλούν τα προϊόντα τους χωρίς καμιά επεξερ­γασία στα αστικά κέντρα. Έτσι το εισόδημα που μένει στις αγροτικές περιοχές είναι περιορισμένο, όπως περιορισμένες είναι και οι θέσεις εργασίας. Να δώσουμε ένα χειροπιαστό παράδειγμα. Αν το γάλα που παράγουν οι κτηνοτρόφοι στα Γρεβενά δεν τυροκομείται από μονάδες που υπάρ­χουν στα Γρεβενά, το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος και οι θέσεις απασχόλησης μεταφέ­ρονται στις άλλες αστικές περιοχές, εκεί όπου πηγαίνει το νωπό γάλα.
Ένα τρίτο πρόβλημα έχει να κάνει με τις μονοκαλλιέργειες. Σε πολλές περιο­χές της χώρας μας είμαστε πλεονασματικοί σε μερικά αγροτικά προϊόντα που συχνά αντιμετωπίζουν πρόβλημα διάθεσης και ελλειμματικοί σε πολλά άλλα προϊόντα. Με πιάνει ταραχή όταν βλέπω στα μανάβικα σκόρδα Κίνας ή Λατινικής Αμερικής, Κρεμμύδια Ολλανδίας, Πατάτες Αιγύπτου και Μήλα και άλλα φρούτα από τη Λατινική Αμερική. Ενώ περιμέναμε από την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση να δυναμώσουμε την Ελληνική Γεωργία και να εξάγου­με ένα πλήθος προϊόντων, το αποτέλεσμα ήταν να χειροτερεύει κάθε χρόνο το ισοζύγιο εξαγ­ω­γών και εισαγωγών. Από το 1981 εξάγουμε πολύ λιγότερα προϊόντα από όσα εισάγουμε. Βέβαια έφταιξαν οι επιδοτήσεις που στρέφονταν σε ορισμένα μόνο προϊόντα και η χειροτέ­ρευση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων αφού οι παραγωγοί έκαμναν παραγωγή ποσότη­τας χωρίς κανένα ποιοτικό ενδιαφέρον αφού το προϊόν κατέληγε στη χωματερή. Έτσι χάσαμε τις αγορές της Ευρώπης και τώρα πρέπει να καταβάλλουμε πολύ μεγαλύτερες και συντονισμένες προσπάθειες για να ξαναμπούμε στα ράφια και να κερδίσουμε την εμπιστο­σύνη των Ευρωπαίων καταναλωτών.
Συνεπώς, το τέταρτο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι η ποιότητα των αγροτικών προϊόντων. Πριν από λίγα χρόνια, η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών έσπερνε πανικό σε εκατομμύρια χορτασμένους της Ευρώπης. Την ίδια περίοδο, διοξίνες εμφα­νίζονταν σε κοτό­πουλα Βελγίου. Σήμερα μιλάμε για μολυσμένο ηλιέλαιο και για μελα­μίνη σε γάλα διατροφής βρεφών (ευτυχώς στην Κίνα) ενώ είναι συχνή και απρο­σδιόριστη σε έκταση η παρουσία υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων και αντιβιο­τικών στα τρόφιμα.
      Παρά το γεγονός ότι οι καταναλωτές ξεχνάνε σύντομα τα απανωτά διατρο­φικά σκάν­δα­λα, στο βάθος είναι τρομαγμένοι και αδύναμοι να φυλαχτούν. Το σημε­ρινό παραγωγικό σύστημα των τροφίμων, με εξαίρεση το κρέας βοοειδών,  καλλιερ­γεί την ανευθυνότητα, την αδιαφάνεια και ανωνυμία στις χιλιάδες των παραγωγών. Ναι είναι βαριές οι κουβέντες, αλλά δυστυχώς, αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα προϊόντα φθάνουν στις αγορές χωρίς ο κατανα­λωτής και οι ελεγκτικές αρχές να είναι σε θέση να προσδιορίσουν τον παραγωγό και το αγρόκτημα στο οποίο καλλιεργή­θηκαν. Είναι πασίδηλο ότι το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο είναι αδύνατο να τον προστατεύσει. Επαφίεται στον πατριωτισμό των παραγωγών. Η βαθμιαία στροφή στα βιολογικά προϊόντα μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη συγκριτικό πλεο­νέκτημα για την Ελληνική γεωργία.


Η Λύση των προβλημάτων
Πρώτη προϋπόθεση για τη λύση των προβλημάτων πρέπει να είναι μια μεγάλη αλλα­γή στη σκέψη και τον προβληματισμό των Ελλήνων παραγωγών αλλά και της τοπικής ηγε­σίας (Συνεταιριστικής, Δημοτικής και Νομαρχιακής). Αντί να συνεχίσουν να ζητούν τις λύ­σεις από την Πολιτεία, πρέπει επιτέλους να ενηλικιω­θούν και να πάρουν τις τύχες στα χέ­ρια τους. Αγρότες, Τοπική και Νομαρχιακή Αυτο­διοίκηση πρέπει να ανασκουμπωθούν και να συν­εργαστούν. Πρέπει επιτέλους να λειτουργούν ως Αυτό-Διοίκηση και όχι ως Έτερο-Διοίκηση.
Πρώτο βήμα: η εξυγίανση των πρωτοβάθμιων αγροτικών συνεταιρισμών με την κατάργηση των αδρανών συνεταιρισμών ή την ίδρυση νέων συνεταιρισμών οργανωμένων σε υγιείς βάσεις. Αδυνατώ να δικαιολογήσω τους σημερινούς γεωρ­γούς για την αδυναμία τους να πάρουν τις τύχες στα χέρια τους όταν διαβάζω στη βιβλιογραφία το παράδειγμα του Συνεταιρισμού ή καλύτερα της Συντροφιάς των Αμπελακίων.
Το 1780, όταν όπως λέει ο Εθνικός ποιητής «τα έσκιαζα η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» έφτιαξαν έναν συνεταιρισμό παραγωγής και βαφής βαμβακερών υφασμάτων βάζο­ντας οι πλούσιοι τα κεφάλαιά τους, οι γεωργοί τα χωράφια τους και οι ακτήμονες την εργα­σία τους. Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν τα σημερινά μεταφο­ρικά μέσα, επικοινωνιακά μέσα, δεν υπήρχαν επιδοτήσεις, τραπεζικό σύστημα, τεχνοκράτες και ένα σωρό άλλα στοιχεία που σήμερα τα θεωρούμε απαραίτητα, αυτοί οι άνθρωποι μεγαλούργη­σαν. Είχαν αντιπροσώπους σε 20 μεγάλες πόλεις της Ευρώπης και τα προϊόντα τους ήταν περιζήτητα. Η Γαλλική Κυβέρ­νηση της εποχής εκείνης έστειλε τον πρόξενό της στη Θεσσαλονίκη για να συγκεντρώσει πληρο­φο­ρίες (βιομηχανική κατασκοπία) για να δουν τι κάνουν οι Έλληνες και παράγουν αυτά τα εκ­πλη­κτικά κόκκινα βαμβακερά που δεν ξεθωριάζουν στον ήλιο διατηρώντας την λαμπρότητα τους και γίνονται περιζήτητα στην Ευρωπαϊκή αγορά. Να σημειώσουμε επίσης ότι παρά το γεγονός ότι ο Συνεταιρισμός πλήρωνε ένα βαρύ χαράτσι στον Αλή Πασά, είχε μεγάλα κέρδη, ένα μέρος των οποίων μοίραζε στην τοπική κοινωνία για έργα κοινωνικής πρόνοιας των αδυνάτων και βελτίωση της υποδομής των οικισμών. Μήπως ξέρετε εσείς κά­ποιον άλλο σύγχρονο συνεταιρισμό που κάνει το ίδιο; Αν τον βρείτε να μου τον πείτε για να τον υμνήσω.
Μερικές φορές που κάνω αυτή τη σύγκριση μοιραία καταλήγω στο βασα­νιστικό ερώτημα; Μα τόσο άχρηστοι είμαστε σήμερα και δε μπορούμε να κάνουμε κάτι αξιόλογο;
Δεύτερο βήμα: Αυτή τη φορά με πρωτοβουλία της Νομαρχιακής Αυτοδιοί­κησης. Να φτιάξει δημοπρατήρια αγροτικών προϊόντων όπου τα αγροτικά προϊόντα θα πουλιούνται με δημοπρασία κάτω από διαφανείς διαδικασίες με παραστατικά και όχι στα μουλωχτά όπως γίνεται σήμερα με πωλήσεις στο χωράφι.
Το σημερινό σύστημα εμπορίας είναι απλό και γνωστό. Όποιος θέλει, εκδίδει μπλοκ επιταγών και περιφέρεται στην ύπαιθρο αγοράζοντας αγροτικά προϊόντα. Ουδείς τον ελέγχει αν έχει εγκαταστάσεις και τα απαιτούμενα κεφάλαια και μεταφο­ρικά μέσα. Συχνά, χωρίς παραστατικά μια και η φοροδιαφυγή στα αγροτικά προϊόντα, είναι η μεγαλύτερη από κάθε άλλη. Κυνηγάμε τον ψιλικατζή που δεν έκοψε απόδειξη και αφήνουμε τους αγροτικούς μεγαλοκαρχαρίες να αλωνίζουν. Να διαμορφώνουν τις τιμές όπως θέλουν και οι Υπουργοί να απευθύνουν εκκλήσεις για συγκράτηση των τιμών ή να απειλούν με δημοσίευση ονομάτων!.
Οι αγρότες πέφτουν συχνά θύματα τέτοιων καιροσκόπων εμπόρων που παράλληλα δυσφημίζουν τα προϊόντα, όταν οι επιδόσεις τους επεκτείνονται στο εξωτερικό. Η ύπαιθρος είναι γεμάτη από ιστορίες απάτης εμπόρων.
Οι Κεντρικές Λαχαναγορές (Αθηνών και Θεσσαλονίκης) έχουν διακοσμητικό ρόλο. Από την Κεντρική Λαχαναγορά του Ρέντη περνά μόνο το 20% των οπωρο­κηπευ­τικών που καταναλώνονται στο λεκανοπέδιο Αττικής. Αν βέβαια δείτε τον τρό­πο διακίνησης (ασυ­σκεύα­στα σε ακάθαρτα τελάρα) δεν θα διαπιστώσετε διαφορά από τα παζάρια της Ανατολής.
Τρίτο βήμα: Σε λίγο θα δημοπρατηθούν οι σταθμοί ανάπαυσης που προβλέ­πονται κατά μήκος της Εγνατίας Οδού για την ξεκούραση και τον ανεφοδιασμό ανθρώπων και οχη­μάτων. Το ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι: τί είδους σταθμοί θα κατα­σκευα­στούν;. Σαν και αυτούς που κατασκευάστηκαν στην ΠΑΘΕ; Αλίμονο μας αν επαναλάβουμε τα κακέκτυπα αντίγραφα των σταθμών που συναντά κανείς απανταχού της Δύσης. Φαντ­ά­ζεστε να μπαίνετε στην Εγνατία Οδό και από την Ηγουμε­νίτσα και μέχρι την Αλεξανδρού­πολη να γεύεστε, οπουδήποτε και αν σταματήσετε, «πλαστικά» μπιφτέκια σε «πλαστικά» ψωμάκια και να πίνετε τα ίδια εμφιαλωμένα αναψυκτικά γνωστών πολυεθνικών; Αν σχεδιά­ζουμε μια τέτοια Εγνατία είναι καλύτερα να την αποκαλέσουμε Εγνατία του μιμητισμού και όχι Εγνατία του Πολιτισμού.
Για μας η Εγνατία οδός πρέπει να προβάλει, σε κάθε σημείο της διαδρομής της, τα έργα των ανθρώπων και των περιοχών που διασχίζει. Έργα τωρινά αλλά και παλαιότερα. Οι σταθμοί πρέπει να προσφέρουν μια ποικιλία από την πλούσια ελληνική κουζίνα της περιοχής, προϊόντα της περιοχής (παραδοσιακά γεύματα, κρασιά, νωπά και μετα­ποι­ημένα τρόφιμα, έργα τέχνης των ανθρώπων της περιοχής) και συνάμα να αποτελούν πρόσκληση και πρόκλη­ση για τον διερχόμενο να ανακαλύψει την Ηπειρωτική, Μακεδονική και Θρακική ενδοχώρα προβάλλοντας δείγματα από τους αρχαιο­λογι­κούς της χώρους, φωτογραφίες της φύσης της περιοχής και ημερολόγια σημαντικών εκδηλώσεων (πανηγύρια και γιορτές).
Είναι δυνατόν να διασχίζεις την Εγνατία την περίοδο των απόκρεω, για παρά­δειγμα, και να μην σταματήσεις για να δεις τους Φανούς της Κοζάνης, τις Μπούλες της Νάουσας ή τα Ραγκοτσάρια της Καστοριάς για να αναφέρω λίγες από τις πολιτισμικές παραδόσεις που κρατιούνται ζωντανές και αναβιώνουν κάθε χρόνο σε πολλές γωνιές του βορειο­ελλα­δι­κού χώρου.
Τέταρτο βήμα: Αν λοιπόν η Πολιτεία αδυνατεί να μας προστατέψει, τί κάνουμε εμείς οι παραγωγοί και οι καταναλωτές;. Μπορούμε να αντιδράσουμε και να συγκροτήσουμε νέα δίκτυα διανομής ως εναλλακτική λύση στα υφιστάμενα;. Οι Οργανώσεις των παραγωγών και των καταναλωτών αλλά και οι ομάδες των κατανα­λωτών συνεπικουρού­μενοι από τη νέα τεχνολογία της πληροφορικής θα μπορούσαν να οργανώσουν δίκτυα διανομής προϊόντων από τον παραγωγό στον καταναλωτή.
            Τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας δράσης ολοφάνερα:
  • Κατάργηση των μεσαζόντων που συχνά πέραν της επιβάρυνσης της τιμής δεν προσφέρουν ουσιαστική υπηρεσία,
  • Βελτίωση της τιμής για παραγωγό και καταναλωτή,
  • Διασφάλιση της ποιότητας,
  • Καλλιέργεια αρχών υπευθυνότητας στον παραγωγό που συνδέεται άμεσα με τους καταναλωτές των προϊόντων του.
Δίκτυα παραγωγών και καταναλωτών μπορούν εύκολα να γίνουν για προϊόντα που διακινούνται χωρίς να απαιτούνται ψυκτικές εγκαταστάσεις και είναι σχετικά μεγάλης αξίας (ελαιόλαδο, φασόλια, φακές, καρύδια και ξηροί καρποί, τυριά και κεφαλοτύρια, αποξηρα­μένα φρούτα και καρποί, κ.ά.). Βέβαια δεν μπο­ρούν να καλύψουν το σύνολο των προϊόντων που χρειάζεται ο μέσος καταναλωτής. Αυτό δεν αποτελεί λόγο για τη μη λειτουργία αυτών των εναλλακτικών δικτύων. Θέλετε ένα παρά­δειγμα;
Ο Τάκης είναι ένας κτηνοτρόφος στις πλαγιές της Πίνδου που τυροκομεί με μεράκι το γάλα των αιγοπροβάτων του μαζί με αυτό μερικών άλλων κοπαδιών. Παράγει ένα εξαιρετικό τυρί (ομολογώ πως δεν έχω φάει καλύτερη φέτα από αυτή του Τάκη) που το διαθέτει σε μικρά δοχεία με άλμη αφού βέβαια περάσει το απαραίτητο στάδιο ωρίμανσης. Ένας τενεκές που μοιράστηκε σε φίλους προκάλεσε τον ενθουσιασμό τους και βροχή από παραγγελίες. Τριάντα τενεκέδες ως πρώτη παραγγελία θα αναγκάσουν τον Τάκη να κάνει τη μεταφορά με το αγροτικό του και να εισπράξει βέβαια και αυτός όχι μόνο το τίμημα της δουλειάς του αλλά και τα μπράβο των νέων πελατών του που θα έχουν αντικα­τα­στήσει το βλοσυρό έμπορο που έψαχνε αιτίες υποβάθμισης του προϊόντος, αύξηση της αφαι­ρούμενης φύρας και επιμήκυνση του χρόνου πληρωμής χωρίς να έχει να πει ποτέ έναν καλό λόγο για το προϊόν που με τόση επιμέλεια φρόντιζε ο Τάκης.
Τέτοιοι παραγωγοί με μια ιστοσελίδα, έναν φορέα πιστο­ποίησης και ένα αξιόπιστο δίκτυο μεταφορών θα μπορούσαν να διαθέσουν απανταχού της χώρας και της Ευρώπης γνή­σια προϊόντα αγροτικής οικοτεχνίας που έχουν μέσα το μεράκι ανθρώ­πων της ελληνικής υπαίθρου και τη σοφία ενός πολιτισμού που αναπτύχθηκε εκατοντάδες χρόνια πριν από τις επινοήσεις της ενεργοβόρας Δυτικής Τεχνολογίας Τρο­φίμων που γέμισε τις αγορές με φθηνά προϊόντα και μερικές φορές επικίνδυνα προϊόντα (βλέπε βρεφικό γάλα Κίνας), το ένα πιστό αντίγραφο του άλλου, αλλά αμφί­βολης διατροφικής αξίας.
Η διατήρηση της παράδοσης σε αυτά τα αυτόχθονα συστήματα παραγωγής τροφίμων που κάποτε κάλυπταν το σύνολο των διατροφικών αναγκών των ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου είναι επιβεβλημένη και πράξη σωφροσύνης. Τα δίκτυα αυτά συγκροτούσαν τη γκά­μα της Μεσογειακής κουζίνας, τη διατροφική αξία της οποίας μόλις τώρα ανακαλύ­πτουμε, πρώτα οι ξένοι και μετά οι Έλληνες επιστήμονες.
  Πέμπτο βήμα: Δραστηριοποίηση της Διεύθυνσης Γεωργίας για να δημιουργήσει το ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων στο Νομό. Με άλλα λόγια, τι παράγεται, πόσο μετα­ποι­είται μέσα στο Νομό και πόσο από αυτό καταναλώνεται μέσα στο Νομό ή φεύγει σε άλλους Νομούς. Παράλληλα πρέπει να υπολογίσει και τα ελλείμματα της παραγωγής και πόσα από αυτά θα μπορούσαν να καλυφθούν από νέα παραγωγή μέσα στο Νομό. Η ίδια υπηρεσία θα μπορούσε να υπολογίσει και τα αναμενόμενα οφέλη στο εισόδημα και στην απασχόληση από μια τέτοια στροφή στο παραγωγικό σύστημα του Νομού.


Ανακεφαλαίωση-Συμπεράσματα
      Από όλα τα παραπάνω νομίζουμε πως γίνεται αντιληπτό ότι οι αγροτικές περιοχές θα βγουν πολλαπλά κερδισμένες αν υιοθετήσουν την προτεινόμενη παραγωγική κατεύθυνση.
      Βλέπω μόνο δύο επιφυλάξεις. Η πρώτη. Ποιος θα τα υλοποιήσει όλα αυτά; Μα νομίζω πως αν νοιώθετε όπως ο δεκαπεντάχρονος νεαρός που ακόμη του δένει τα κορδόνια των παπουτσιών του η μητέρα του, λυπάμαι αλλά δε μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Αν ανα­ζητάτε άλλους για να κάνουν αυτά που πρέπει να κάνετε εσείς, τότε πρέπει να περιμένουμε την ενηλικίωσή σας. Τότε που θα νοιώθετε υπεύθυνοι πολίτες που πρέπει να αναλάβουν τις τύχες στα χέρια τους και δεν θα αναζητούν κηδεμόνες ή προστάτες.
Η δεύτερη. Μπορούν αυτές οι δράσεις να φέρουν αποτέλεσμα ακόμη και αν υλοποιη­θούν; Βεβαίως, και μάλιστα ουσιαστική και διαρκή βελτίωση της τοπικής οικονομίας που θάναι παράλληλα ανθεκτική σε εθνικές και διεθνείς οικονομικές κρί­σεις γιατί θα είναι μια οικονομία «σαρανταποδαρούσας». Μια οικονομία που δεν θα στηρίζεται σε ένα ποδάρι (βλέπε κρίση γούνας στην Καστοριά), αλλά σε σαράντα.
Έπειτα ξεχνάμε ότι οι μικρές δράσεις σε ατομικό επίπεδο που συχνά τις περι­φρο­νούμε, αν αθροιστούν κάνουν τη μεγάλη διαφορά. Η οικονομική πρόοδος που ση­μειώ­θηκε στις ΗΠΑ επί προεδρίας Κλίντον ήταν αποτέλεσμα της ίδρυσης και αύξη­σης της απασχό­λη­σης σε εκατοντάδες χιλιάδες μικρές ατομικές επιχειρήσεις και όχι στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους η κάθε μια. Ένας μεγάλος θρησκευτικός ηγέ­της τοποθέτησε πολύ καλά τη συμβολή που μπορούν να έχουν οι μικροί και αδύναμοι σε αυτόν τον κόσμο. «Αν νομίζεις ότι είσαι πολύ μικρός για να κάνεις τη διαφορά, προσπάθησε το βράδυ να κοιμηθείς με ένα κουνούπι».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου